Αφιόν Καραχισάρ

Αφιόν Καραχισάρ
(Afyonkarahisar). Πόλη (111.580 κάτ. το 1998) της Δ Τουρκίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (14.230 τ. χλμ., 812.416 κάτ.). Είναι κόμβος σιδηροδρομικών και οδικών αρτηριών και διαθέτει βιομηχανίες τσιμέντου και τροφίμων, καθώς επίσης και εργοστάσια επεξεργασίας χαλιών. Τους βυζαντινούς χρόνους το Α.Κ. ονομαζόταν Ακροϊνό και ύστερα από το 740, σε ανάμνηση της νίκης του Λέοντα Γ’ Ισαύρου εναντίον των Σαρακηνών, Νικόπολη. Στις 14 Μαρτίου 1921 το Α.Κ. κυριεύτηκε από τις δυνάμεις του Α’ Σώματος Στρατού, αλλά λίγες μέρες αργότερα εγκαταλείφθηκε (23 Μαρτίου), για να ανακαταληφθεί στις 30 Ιουνίου και να παραμείνει στην κατοχή των Ελλήνων έως τις 13 Αυγούστου του 1922, οπότε οι Τούρκοι κατόρθωσαν να κάμψουν την αντίσταση του ελληνικού στρατού και να καταλάβουν την πόλη. Η μάχη αυτή είχε αποφασιστική σημασία, επειδή έκρινε τελικά την τύχη της Μικρασιατικής εκστρατείας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… …   Dictionary of Greek

  • σαγγάριος — (Sakarya). Ποταμός της Τουρκίας στη Μ. Ασία, το ολικό μήκος του οποίου φτάνει περίπου σε 650 χλμ., ενώ το βάθος του κυμαίνεται από 3 5 μ. Πηγάζει από το φρυγικό οροπέδιο, ανάμεσα στο Εσκί Σεχίρ και το Αφιόν Καραχισάρ, διατρέχει το οροπέδιο της… …   Dictionary of Greek

  • Ακροηνόν — Άλλη ονομασία της αρχαίας πόλης της Φρυγίας Πρυμνησσός. Βρισκόταν στα νότια του σημερινού Αφιόν Καραχισάρ και διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στις συγκρούσεις Αράβων και Βυζαντινών …   Dictionary of Greek

  • Ακροηνός — Βλ. λ. Αφιόν Καραχισάρ …   Dictionary of Greek

  • Αλμυρή έρημος — Στεπώδης έκταση της Μ. Ασίας, ανάμεσα στη σιδηροδρομική γραμμή που ενώνει το Αφιόν Καραχισάρ με το Ικόνιο και τη λίμνη Τουζ Γκιολ. Ένα μέρος της λίμνης αυτής ξεραίνεται το καλοκαίρι και αποτελεί προέκταση της ερήμου. H διάβαση της Α.ε. στη… …   Dictionary of Greek

  • Εσκί Σεχίρ — Πόλη (482.793 κάτ. το 2000) της Τουρκίας. Πρόκειται για μια μάλλον πρόσφατη πόλη, παρά την ονομασία της, που σημαίνει παλιά πόλη. Βρίσκεται περίπου 3 χιλιόμετρα ΒΔ από τα ερείπια του αρχαίου Δορυλαίου. Είναι χτισμένη σε ύψος 792 μ. στη δεξιά όχθη …   Dictionary of Greek

  • Κωνσταντίνος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της νεότερης Ελλάδας. 1. Κ. Α’ (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, Αθήνα 1868 – Παλέρμο, Σικελία 1923). Βασιλιάς των Ελλήνων (1913 17, 1920 22). Ήταν πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Έπειτα από… …   Dictionary of Greek

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

  • Οτρος — Αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας γνωστή και με την ονομασία Οτρόιον. Βρισκόταν στη Φρυγία, κοντά στο σημερινό Αφιόν Καραχισάρ. Ο Πλούταρχος την ονομάζει Οτρύα. Κατά τον 6o αι. αναφέρεται από τον Ιεροκλή με την ονομασία Οστρούς, ως έδρα επίσκοπου.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”